Σε διάλεξη που οργάνωσε ο Σύλλογος Ομοιοπαθητικών Ελλάδος (ΣΟΕ) στις 4 Νοεμβρίου στο Ιωνικό Κέντρο, ο Πρόεδρος και ο Γεν. Γραμματέας του Ευρωπαϊκού Κεντρικού Συμβουλίου Ομοιοπαθητικής (ECCH) παρουσίασαν τα δεδομένα που υπάρχουν στα περισσότερα Ευρωπαϊκά κράτη-μέλη για την αναγνώριση και άσκηση της Ομοιοπαθητικής. Μεταξύ άλλων είπαν:

Περίπου το 20 με 25% του Ευρωπαϊκού πληθυσμού χρησιμοποιούν ομοιοπαθητικά φάρμακα. Οι Ευρωπαίοι όλο και περισσότερο στρέφονται στην ομοιοπαθητική ως μέσο θεραπείας και βελτιώσεως της υγείας τους. Η ομοιοπαθητική μαζί με μερικές ακόμη Συμπληρωματικές και Εναλλακτικές θεραπείες (ΣΕΘ), χρησιμοποιείται ευρύτατα από ασθενείς σε όλη την Ευρώπη σαν μία επιπρόσθετη θεραπευτική επιλογή, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα ώστε να ενσωματώνεται στην ολοένα αυξανομένη τάση τού να προσεγγίζεται η υγεία χρησιμοποιώντας ταυτοχρόνως πολλούς διαφορετικούς κλάδους. H εμφάνιση και αυτοεξέλιξη ανά την Ευρώπη του νέου επαγγέλματος των ομοιοπαθητικών, έρχεται να απαντήσει στην αύξηση της δημοτικότητας της ομοιοπαθητικής μεταξύ των ασθενών και των συνεπαγομένων αναγκών τους. Η ομοιοπαθητική αποτελεί έναν ξεχωριστό κλάδο ο οποίος έχει μία σημαντικά διαφορετική προσέγγιση από την συμβατική ιατρική στην φροντίδα των ασθενών και απαιτεί μια εις βάθος εκπαίδευση από εκείνους που την ασκούν.

Το 1997 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε ψήφισμά του για την μη-συμβατική ιατρική δηλώνει ότι: επειδή ένας αριθμός ανθρώπων στα Κράτη-Μέλη χρησιμοποιούν συγκεκριμένες μη συμβατικές ιατρικές και θεραπείες, θα ήταν μη ρεαλιστικό να αγνοήσουμε αυτή την de facto κατάσταση και καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση να αρχίσει την διαδικασία αναγνώρισης αυτών των μη συμβατικών μορφών ιατρικής μετά από την διενέργεια των απαραίτητων ερευνών.

Το 1999 σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης: εναλλακτικές και συμπληρωματικές μορφές ιατρικής θα μπορούν να ασκούνται από συμβατικούς ιατρούς καθώς και από οποιονδήποτε καλά εκπαιδευμένο ασκούντα μη συμβατικής ιατρικής (ένας ασθενής θα μπορεί να απευθύνεται στον έναν ή στον άλλον, είτε από παραπομπή του/της οικογενειακού ιατρού, είτε από ατομική ελεύθερη βούληση), εφόσον επικρατούν ηθικές αρχές.’’ Αναγνωρίζοντας, επίσης την Ομοιοπαθητική ως μια από τις τέσσερις καλλίτερα καθιερωμένη ΣΕΘ στην Ευρώπη.

Τον Μάϊο του 2002 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), εκδίδει πολιτικό έγγραφο και δίνει συγκεκριμμένο πλαίσιο οδηγιών για την άσκηση και αναγνώρηση των ΣΕΘ, ενισχύοντας την συνεργασία τους με άλλα επαγγέλματα υγείας.

Στη Γερμανία υπάρχει νομοθετική ρύθμιση από το 1939. Σε Νορβηγία, Δανία, Σουηδία, Ισλανδία, Πορτογαλλία έχουν ήδη νομοθετικές ρυθμίσεις που οι ασκούντες την Ομοιοπαθητική είναι ανεξάρτητοι επαγγελματίες υγείας. Στην Αγγλία η νομοθετική κατάσταση που υπάρχει έχει τοποθετήσει την Ομοιοπαθητική μέσα στο Εθνικό Σύστημα Υγείας.

Στην Ελλάδα, παρά τις συστηματικές επιθέσεις κατά της Ομοιοπαθητικής, η επιλογή των πολιτών να την χρησιμοποιούν και η άσκησή της από επαγγελματίες ομοιοπαθητικούς και ιατρούς εξακολουθούν να μεγαλώνουν. Γίνεται λοιπόν επιτακτική η ανάγκη η Ελληνική πολιτεία να προχωρήσει στις ενέργειες που είναι απαραίτητες ώστε να υπάρξει και στην Ελλάδα νομοθετικό πλαίσιο που θα ρυθμίζει την άσκηση της Ομοιοπαθητικής από καλώς εκπαιδευμένους επαγγελματίες είτε αυτοί είναι ιατροί, είτε ομοιοπαθητικοί μη ιατροί.